Τη χρονιά του 2008 ο Κυριάκος Ταπακούδης αποφασίζει να εκδώσει την
«Εφημερίδα της Χλώρακας». Ένα δύσκολο επιχείρημα καθώς δεν γνώριζε τίποτα επί
του αντικειμένου, ούτε και από τη σύγχρονη τεχνολογία των κομπιούτερς και των
ηλεκτρονικών μηχανημάτων που ήταν απαραίτητα για την έκδοση της εφημερίδας. Παρ
όλα αυτά, ενέσκηψε του θέματος και με ενδιαφέρον κατόρθωσε να γνωρίσει γενικά
την όλη διαδικασία και να την εφαρμόσει με επιτυχία. Έμαθε να χειρίζεται τον
υπολογιστή με τον οποίο διεκπεραίωνε όλη την εργασία από γράψιμο έως σελιδοποίηση
και εκτύπωση, αλλά το κυριότερο κατόρθωσε να μπορεί γράφει τα κείμενα, τα άρθρα
και τις μικρές ιστορίες του με επιτυχία, χωρίς προηγουμένως στη ζωή του να έχει
ασχοληθεί με το γράψιμο.
Αντλώντας θέματα από την καθημερινή ζωή και τα ήθη και έθιμα του τόπου,
αλλά και από τον πλούτο των θρύλων και των δοξασιών, τα συγκέρασε και τα έπλασε
με απλότητα στη γραφή και με προσήλωση στη θρησκευτική πίστη και τον πολιτισμό,
αναδεικνύοντας περισσότερο τις δεισιδαιμονικές φοβίες των ανθρώπων,
δημιουργώντας τοιουτοτρόπως γραπτά και κείμενα πολύ αγαπητά στο αναγνωστικό
κοινό.
Η εφημερίδα ήταν στυλ περιοδικού σε
μέγεθος κόλλας Α4 και σε αριθμό 20 σελίδων περίπου. Ήταν μηνιαία και εκτός από
τις τοπικές ειδήσεις συμπεριελάμβανε μελέτες και άρθρα κοινωνικά, πολιτιστικά
και διδαχτικά, με τα οποία ο συγγραφέας προσπαθούσε να εμπνεύσει όραμα και
πίστη, αγαθά τα οποία εξέλειπαν από τη μικρή κοινωνία της Χλώρακας την
συγκεκριμένη εκείνη εποχή. Κατόρθωσε ως εφημερίδα να μείνει ανεπηρέαστη και
μακριά από πολιτικές και διαπλοκές, παραμένοντας σταθερή στις θέσεις της
ψέγοντας τα λάθη, τις ατασθαλίες και την κατάχρηση εξουσίας από οπουδήποτε
προέρχονταν, με αποτέλεσμα να μην στηριχτεί σε ζητήματα διαφήμισης από τους
εμπλεκόμενους που διαχειρίζονταν τους δυο κύριους οικονομικούς πυλώνες, το
κοινοτικό Συμβούλιο και τη τράπεζα της ΣΠΕ. Αποτέλεσμα ήταν μετά από τέσσερα
χρόνια λειτουργίας της να αναστείλει την έκδοση της η οποία περιλάμβανε 2000
έντυπα και τα οποία διανέμονταν δωρεάν σε όλα τα σπίτια.
Γεγονός ήταν ότι αγαπήθηκε και
αγκαλιάστηκε από όλους τους κατοίκους και η φήμη της εξαπλώθηκε σε όλη την
Κυπρο. Επίσης έγινε πολύ αγαπητή και περιζήτητη σε όλους τους ξενιτεμένους που
την προμηθεύονταν ταχυδρομικώς έστω και μεταχρονισμενη από τους συγγενείς τους.
Επίσης διαβαζόταν πολύ από Έλληνες απανταχού της γης, καθώς εκδιδόταν και
ηλεκτρονικά στο Ίντερνετ.
Ήταν ένα έντυπο ενημερώσης μακριά
από πολιτικές, αλλά κοντά στα γράμματα και τον πολιτισμό γραμμένη τοιουτοτρόπως
ώστε να εμπνέει όραμα και πίστη.
Στηλίτευσε και πρόβαλε ότι καλό και
ευγενικό, και καυτηρίασε ότι κακό και στρεβλό. Φιλοξένησε τα διηγήματα της
Χλώρακας τα οποία ήταν ιστορίες της παράδοσης και σκιαγραφήσεις χαρακτήρων του λαού μέσα
από τις οποίες εξαγόταν ο τρόπος της διαβίωσης του πληθυσμού την παλαιάν εποχή.
Ήταν διηγήματα εμπνευσμένα κυρίως από ιστορήσεις των γερόντων κατοίκων και μέσα από τη χριστιανική παράδοση. Ήταν
ιστορίες που άφησαν εποχή καθώς περιείχαν μερική
μυθολογία αποτέλεσμα των παραλογών που δημιουργούνται όταν μεταφέρονται από λόγο
σε λόγο, αλλά κυρίως ήταν ιστορίες αποτέλεσμα από αυτούσιες διηγήσεις.
Ήταν μια επιτυχής προσπάθεια εκδόσεως ενός διδαχτικού εντύπου
ενημέρωσης μακριά από πολιτικές και συνήθη θέματα, αλλά κοντά στα γράμματα και
τον πολιτισμό. Μπόρεσε να μεταδώσει μερικώς πίστη και όραμα, και μερικές από
τις απειράριθμες γνώσεις που υπάρχουν και δεν τελειώνουν ποτέ, με τρόπο που μόρφωσαν,
καλλιέργησαν και διαμόρφωσαν ή δυνατόν, καλύτερους χαρακτήρες ανθρώπων.